Ευρωπαϊκή Ένωση
Ευρωπαϊκή Ένωση (Neugriechisch)
Substantiv, f, Eigenname
Singular | Plural
| |
---|---|---|
Nominativ | η Ευρωπαϊκή Ένωση | —
|
Genitiv | της Ευρωπαϊκής Ένωσης | —
|
Akkusativ | την Ευρωπαϊκή Ένωση | —
|
Vokativ | Ευρωπαϊκή Ένωση | —
|
Umschrift:
- Evropaikí Énosi
Aussprache:
- IPA: [ɛvˌrɔpaiˈkʲi ˈɛnɔsi]
- Hörbeispiele: —, Plural: —
Bedeutungen:
- [1] Staatenverbund in Europa: Europäische Union
Abkürzungen:
- [1] ΕΕ
Oberbegriffe:
- [1] συνομοσπονδία, ένωση
Beispiele:
- [1]
Übersetzungen
[1] Staatenverbund in Europa: Europäische Union
Für [1] siehe Übersetzungen zu Europäische Union1 f |
Referenzen und weiterführende Informationen:
- [1] Neugriechischer Wikipedia-Artikel „Ευρωπαϊκή Ένωση“
- [1] Neugriechischer Wiktionary-Eintrag Ευρωπαϊκή Ένωση
- [1] Μανόλης Τριανταφυλλίδης: Λεξικό της κοινής νεοελληνικής: „ευρωπαϊκός“, Μανόλης Τριανταφυλλίδης: Λεξικό της κοινής νεοελληνικής: „ένωση“
- [1] PONS Griechisch-Deutsch, Stichwort: „Ευρωπαϊκή Ένωση“
- [1] dict.cc Griechisch-Deutsch, Stichwort: „Ευρωπαϊκή Ένωση“
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.