γενοκτονία

γενοκτονία (Neugriechisch)

Substantiv, f

Singular Plural

Nominativ η γενοκτονία οι γενοκτονίες

Genitiv της γενοκτονίας των γενοκτονιών

Akkusativ τη γενοκτονία τις γενοκτονίες

Vokativ γενοκτονία γενοκτονίες

Worttrennung:

γε·νο·κτο·νί·α, Plural: γε·νο·κτο·νί·ες

Umschrift:

genoktonía, Plural: genoktoníes

Aussprache:

IPA: [ʝɛnɔktɔˈnia], Plural: [ʝɛnɔktɔˈniɛs]
Hörbeispiele: , Plural:

Bedeutungen:

[1] Völkerrecht: Völkermord, Genozid

Herkunft:

Lehnübersetzung aus dem französischen génocide  fr nach dem Muster von ανθρωποκτονία (anthropoktonía)  el aus den Substantiven γένος (genós)  el und κτονία (ktonía)  el mit dem Fugenelement ο (o)[1]

Oberbegriffe:

[1] έγκλημα

Unterbegriffe:

[1] ολοκαύτωμα

Beispiele:

[1]

Charakteristische Wortkombinationen:

[1] η γενοκτονία των Εβραίων από τους ναζί

Übersetzungen

Referenzen und weiterführende Informationen:
[1] Neugriechischer Wikipedia-Artikel „γενοκτονία
[1] PONS Griechisch-Deutsch, Stichwort: „γενοκτονία
[1] Langenscheidt Griechisch-Deutsch, Stichwort: „γενοκτονία
[1] Μανόλης Τριανταφυλλίδης: Λεξικό της κοινής νεοελληνικής: „γενοκτονία

Quellen:

  1. Μανόλης Τριανταφυλλίδης: Λεξικό της κοινής νεοελληνικής: „γενοκτονία
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.