Δεκέμβριος

Δεκέμβριος (Neugriechisch)

Substantiv, m

Singular Plural

Nominativ ο Δεκέμβριος οι Δεκέμβριοι

Genitiv του Δεκέμβρίου των Δεκέμβρίων

Akkusativ το Δεκέμβριο τους Δεκέμβρίους

Vokativ Δεκέμβριε Δεκέμβριοι

Worttrennung:

Δε·κέμ·βρι·ος, Plural: Δε·κέμ·βρι·οι

Umschrift:

Dekémvrios

Aussprache:

IPA: [ðɛˈcɛɱvriɔs]
Hörbeispiele:

Bedeutungen:

[1] zwölfter Monat des Jahres; Dezember

Synonyme:

[1] umgangssprachlich: Δεκέμβρης

Oberbegriffe:

[1] μήνας

Beispiele:

[1]

Übersetzungen

Referenzen und weiterführende Informationen:
[1] Neugriechischer Wikipedia-Artikel „Δεκέμβριος
[1] PONS Griechisch-Deutsch, Stichwort: „Δεκέμβριος
[1] Langenscheidt Griechisch-Deutsch, Stichwort: „Δεκέμβριος
[1] Μανόλης Τριανταφυλλίδης: Λεξικό της κοινής νεοελληνικής: „Δεκέμβριος
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.