Νοέμβριος
Νοέμβριος (Neugriechisch)
Substantiv, m
Singular | Plural
| |
---|---|---|
Nominativ | ο Νοέμβριος | οι Νοέμβριοι
|
Genitiv | του Νοεμβρίου | των Νοεμβρίων
|
Akkusativ | το Νοέμβριο | τους Νοεμβρίους
|
Vokativ | Νοέμβριε | Νοέμβριοι
|
Worttrennung:
- Νο·έμ·βρι·ος, Plural: Νο·έμ·βρι·οι
Umschrift:
- Noémvrios
Aussprache:
- IPA: [nɔˈɛɱvriɔs]
- Hörbeispiele: —
Bedeutungen:
- [1] elfter Monat des Jahres; November
Synonyme:
- [1] umgangssprachlich: Νοέμβρης
Oberbegriffe:
- [1] μήνας
Beispiele:
- [1]
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.