ὑστερικός

ὑστερικός (Altgriechisch)

Adjektiv

Nominativ Singular und Adverbia
m f n Adverb
Positiv ὑστερικόςὑστερικήὑστερικόνὑστερικῶς
Komparativ
Superlativ
Alle weiteren Formen: Flexion:ὑστερικός

Worttrennung:

ὑσ·τε·ρι·κός, Femininum: ὑσ·τε·ρι·κή, Neutrum: ὑσ·τε·ρι·κόν

Umschrift:

DIN 31634: hysterikos, hysterikē, hysterikon

Aussprache:

IPA: []
Hörbeispiele:

Bedeutungen:

[1] Medizin: an Hysterie (Leiden der Gebärmutter) leidend; hysterisch
[2] Medizin: die Gebärmutter betreffend, Gebärmutter-, uterin

Herkunft:

Ableitung zu dem Substantiv ὑστέρα (hystera)  grc[1][2]

Beispiele:

[1] „Οἱ ἐν ὑστερικαῖσιν ἀπύρως σπασμοὶ, εὐχερέες, οἷον καὶ Δορκάδι.“[3]
[1] „αἴτιον δὲ δεῖ νομίζειν ὅτι μόνον ὑστερικόν ἐστιν ἡ γυνὴ τῶν ἄλλων ζῴων καὶ περὶ τὰς καθάρσεις πλεονάζει καὶ οὐ δύναται πέττειν αὐτάς·“[4]
[2] „Γυναικὶ ὑπὸ ὑστερικῶν ἐνοχλουμένῃ, ἢ δυστοκούσῃ, πταρμὸς ἐπιγινόμενος, ἀγαθόν.“[5]
[2] „Τὰ ὑστερικὰ ἐν κοιλίῃσι σκληρύσματα ἐπώδυνα, ὀξέως ὀλέθριον.“[6]
[2] „καθάπερ οἵ τ’ ὄρνιθες πάντες καὶ τῶν ἰχθύων οἱ ζῳοτοκοῦντες. ἔχουσι δὲ δικρόας καὶ τὰ μαλακόστρακα τὰς ὑστέρας καὶ τὰ μαλάκια, καὶ τὰ καλούμενα τούτων ᾠὰ τοὺς περιέχοντας ὑμένας ὑστερικοὺς ἔχει.“[7]
[2] „διὸ ὁ συνδυασμὸς κατὰ τοῦτο γίγνεται τῷ ἄρρενι πρὸς τὴν θήλειαν· ἀναγκαῖον γάρ, εἴπερ ἀφίησί τι ὁ ἄρρεν εἴτε σπέρμα εἴτε μόριον εἴτε ἄλλην τινὰ δύναμιν, κατὰ τὸν ὑστερικὸν πόρον πλησιάζειν.“[8]
[2] „Ἡ ὑστερικὴ πνὶξ κέκληται μὲν συνθέτως ἀπὸ τοῦ πάσχοντος τόπου καὶ συμπτώματος ἑνός, λέγω δὲ τοῦ πνιγμοῦ, κατ’ ἔννοιαν δέ ἐστιν ἐποχὴ ἀναπνοῆς μετὰ ἀφωνίας καὶ κατοχῆς αἰσθήσεως διὰ ποιὰν περὶ τὴν ὑστέραν διάθεσιν.“[9]
[2] „καὶ ὑστερικῆς πνίξεως ἁπάσης λειποθυμία προηγεῖται“[10]

Entlehnungen:

Latein: hystericus

Übersetzungen

Referenzen und weiterführende Informationen:
[1, 2] Wilhelm Pape, bearbeitet von Max Sengebusch: Handwörterbuch der griechischen Sprache. Griechisch-deutsches Handwörterbuch. Band 1: Α–Κ, Band 2: Λ–Ω. 3. Auflage, 6. Abdruck, Vieweg & Sohn, Braunschweig 1914. Stichwort „ὑστερικός“.
[1, 2] Henry George Liddell, Robert Scott, revised and augmented throughout by Sir Henry Stuart Jones with assistance of Roderick McKenzie: A Greek-English Lexicon. Clarendon Press, Oxford 1940. Stichwort „ὑστερικός“.

Quellen:

  1. Henry George Liddell, Robert Scott, revised and augmented throughout by Sir Henry Stuart Jones with assistance of Roderick McKenzie: A Greek-English Lexicon. Clarendon Press, Oxford 1940. Stichwort „ὑστερικός“.
  2. Pierre Chantraine: Dictionnaire étymologique de la langue grecque. Histoire des mots. mit einem Supplement versehene Neuauflage der 1. Auflage. Klincksieck, Paris 1999, ISBN 2-252-03277-4, „ὑστέρα“ Seite 1162.
  3. Hippocrates, Prorrheticon, 1,119
  4. Aristoteles, De generatione animalium, 776a
  5. Hippocrates, Aphorismi, 5,35
  6. Hippocrates, Coa praesagia, 517
  7. Aristoteles, De generatione animalium, 717a
  8. Aristoteles, De generatione animalium, 720a
  9. Soranus, Gynaeciorum libri IV, 3,26,1–2
  10. Galenus, Ad Glauconem de medendi methodo libri II, 11,47
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.